Την Τρίτη 24 Ιουνίου 2025 το Δικαστήριο του Στρασβούργου αποφάσισε να καταδικάσει την Ελλάδα, κρίνοντας ότι παραβίασε το Άρθρο 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο προστατεύει την ελευθερία συνάθροισης και συνεταιρισμού. Το ελληνικό κράτος καλείται να καταβάλει 3.000 ευρώ για κάθε προσφεύγουσα λόγω ηθικής βλάβης και 4.677,80 ευρώ για δικαστικά έξοδα. Στην υπόθεση Sagir και άλλοι κατά Ελλάδας (αριθμός αίτησης 34724/18), το Δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση των ελληνικών αρχών να καταχωρίσουν τον Πολιτιστικό Σύλλογο Τούρκων Γυναικών της Νομαρχίας Ξάνθης παραβίαζε τα θεμελιώδη δικαιώματα των αιτούντων να συστήσουν ένωση με βάση την εθνοτική και πολιτιστική τους ταυτότητα. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η απόρριψη της καταχώρισης του συλλόγου δεν ήταν δικαιολογημένη. Επίσης, υπενθύμισε στην Ελλάδα την υποχρέωση να επανεξετάσει την υπόθεση, εφόσον το ζητήσουν οι προσφεύγουσες. Στη σύνθεση του δικαστηρίου που ομοφώνως έλαβε το ΕΔΔΑ, μετείχε από την Ελλάδα και ο καθηγητής Βασίλης Χατζόπουλος. Παρατίθεται παρακάτω το άρθρο 11 της ΕΣΔΑ, καθώς και το άρθρο 12 του Συντάγματος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Το θέμα ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 2010, όταν οι επτά προσφεύγουσες υπέβαλαν αίτηση για την καταχώριση του συλλόγου στο τοπικό μητρώο ενώσεων. Το Πρωτοδικείο Ξάνθης απέρριψε την αίτηση. Υποστήριξε ότι η ονομασία του συλλόγου, η οποία αναφερόταν σε Τούρκους και όχι απλώς σε Μουσουλμάνους ελληνικής εθνικότητας, δημιουργούσε σύγχυση ως προς την ταυτότητα των μελών του και θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινό. Οι προσφεύγουσες άσκησαν έφεση που απορρίφθηκε από το Εφετείο Θράκης τον Απρίλιο του 2014. Κατόπιν, απορρίφθηκε και η προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο τον Σεπτέμβριο του 2017. Το Δικαστήριο του Στρασβούργου διαπίστωσε ότι η άρνηση καταχώρισης του συλλόγου εκ μέρους των ελληνικών δικαστηρίων στηριζόταν στην ανάγκη διάκρισης μεταξύ μιας αναγνωρισμένης μουσουλμανικής μειονότητας και μιας μη αναγνωρισμένης τουρκικής μειονότητας, χωρίς να υπάρξει δικαιολόγηση για κάποιον κίνδυνο που να αφορά τη δημόσια τάξη. Η απόφαση της ελληνικής δικαιοσύνης επικεντρώθηκε στην «αρχή της αλήθειας», θεωρώντας ότι το όνομα του συλλόγου θα μπορούσε να προκαλέσει παραπληροφόρηση ως προς την ταυτότητα των μελών του.
Ωστόσο, το Δικαστήριο έκρινε ότι η άρνηση αυτή δεν εξυπηρετούσε κάποια «επιτακτική κοινωνική ανάγκη», ενώ η άρνηση καταχώρισης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί με βάση τις απαιτήσεις της δημοκρατικής κοινωνίας. Το Δικαστήριο τόνισε ότι ακόμα και αν ο σκοπός του συλλόγου ήταν η προώθηση της ύπαρξης μιας εθνοτικής μειονότητας στην Ελλάδα, αυτό δεν συνιστούσε απειλή για τη δημοκρατική κοινωνία. Τόνισε επίσης ότι ο πλουραλισμός, ο οποίος είναι βασικό στοιχείο μιας δημοκρατικής κοινωνίας, δεν είναι εφικτός χωρίς την αναγνώριση και τον σεβασμό της πολυμορφίας. Το ίδιο έπραξε το ίδιο Δικαστήριο και σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν. Πχ.στην υπόθεση Emin και άλλων κατά της Ελλάδας (αριθμός 34144/05), που αφορούσε τη δημόσια τάξη και όχι την αρχή της αλήθειας, η οποία οδήγησε επίσης σε καταδίκη της Ελλάδας.
Ενώ θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η επιθυμία της Τουρκίας να χειραγωγήσει τη μειονότητα της Θράκης, έχει εξίσου σημασία η παραδοχή, ότι σε καιρό ειρήνης το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να αγνοεί την ΕΣΔΑ και την ανάγκη η χώρα να αποφεύγει πρακτικές εναντίων όσων πολιτών της επιλέγουν να μην αυτοπροσδιορίζονται ως Έλληνες κατά το γένος. Εφόσον υπάρχει ο πατριωτισμός του Συντάγματος στους Έλληνες νομοταγείς και φιλειρηνικούς πολίτες, ουδείς μετατρέπεται αυτομάτως σε ξένο δάκτυλο και κατά συνέπεια σε πολίτη δεύτερης κατηγορίας, επειδή έχει άλλη εθνοτική συνείδηση, καθότι αισθάνεται ότι μετέχει σε άλλη, αναγνωρισμένη ή μη, εθνοτική κοινότητα, αλλά ομοίως και σε άλλη γλωσσική, θρησκευτική, φύλου κλπ.
Τέλος, ο ρόλος της κοινωνίας πολιτών και των οργανώσεων της, είναι να υπερασπίζεται με ακεραιότητα τόσο το θεματικό αντικείμενο που μια ομάδα πολιτών καθιστά ως προτεραιότητα και αυτό έχει ιδιαιτέρως σημασία στους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προστασίας του περιβάλλοντος, όσο και την ίδια τη θεσμικά κατοχυρωμένη στο ανώτατο επίπεδο (Χάρτης ΟΗΕ, ΕΣΔΑ, Σύνταγμα) θέση της ίδιας της οργανωμένης κοινωνίας πολιτών στο πλαίσιο του δημοκρατικού πολιτεύματος και της ευνομούμενης κοινωνίας. Τα υπόλοιπα είναι ζητήματα αναγκαίων συμβιβασμών της πολιτικής.
Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου - Άρθρο 11 Ελευθερία του συνέρχεσθαι και συνεταιρίζεσθαι
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΙΣΧΥΟΣ: 04/11/1950
- Παν πρόσωπον έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαν του συνέρχεσθαι ειρηνικώς και εις την ελευθερίαν συνεταιρισμού συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ιδρύσεως μετ' άλλων συνδικάτων και προσχωρήσεως εις συνδικάτα επί σκοπώ προασπίσεως των συμφερόντων του.
- Η άσκησις των δικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό του νόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια την εθνικήν ασφάλειαν, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν του εγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων και ελευθεριών των τρίτων. Το παρόν άρθρον δεν απαγορεύει την επιβολήν νομίμων περιορισμών εις την άσκησιν των δικαιωμάτων τούτων υπό μελών των ενόπλων δυνάμεων, της αστυνομίας ή των διοικητικών υπηρεσιών του Κράτους.
- Οι Έλληνες έχουν το δικαίωμα να συνιστούν ενώσεις και μη κερδοσκοπικά σωματεία, τηρώντας τους νόμους, που ποτέ όμως δεν μπορούν να εξαρτήσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού από προηγούμενη άδεια.
- Το σωματείο δεν μπορεί να διαλυθεί για παράβαση του νόμου ή ουσιώδους διάταξης του καταστατικού του, παρά μόνο με δικαστική απόφαση.
- Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και σε ενώσεις προσώπων που δεν συνιστούν σωματείο.
- Οι γεωργικοί και αστικοί συνεταιρισμοί κάθε είδους αυτοδιοικούνται σύμφωνα με τους όρους του νόμου και του καταστατικού τους και προστατεύονται και εποπτεύονται από το Κράτος, που είναι υποχρεωμένο να μεριμνά για την ανάπτυξή τους.
- Επιτρέπεται η σύσταση με νόμο αναγκαστικών συνεταιρισμών που αποβλέπουν στην εκπλήρωση σκοπών κοινής ωφέλειας ή δημόσιου ενδιαφέροντος ή κοινής εκμετάλλευσης γεωργικών εκτάσεων ή άλλης πλουτοπαραγωγικής πηγής, εφόσον πάντως εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση αυτών που συμμετέχουν.